Μια έκθεση διαπιστώσεων για την κατάσταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα κατέθεσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης.
Η σύνταξη του εγγράφου αποτελεί υποχρέωση των χωρών-μελών που καλούνται να δώσουν στοιχεία στις Βρυξέλλες για τις κινήσεις που κάνουν στο πλαίσιο της “Ευρώπης 2020» με σκοπό “να δημιουργηθεί ένας οδικός χάρτης για την επίτευξη του στόχου ΑΠΕ της στρατηγικής “Ευρώπη 2020”».
Στην έκθεση γίνεται ειδική μνεία στα φωτοβολταϊκά και αναφέρεται ότι ο ο κλάδος μπορεί να δεχτεί μια νέα ώθηση μέσω του net metering, ενώ για τα αιολικά διατυπώνεται η γενική πεποίθηση ότι οι εγκαταστάσεις τους θα αυξηθούν και πάλι από δω και πέρα.
Αναλυτικότερα, η έκθεση Βαρουφάκη αναφέρει τα εξής:
“Η υψηλότερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ελληνικό ενεργειακό δυναμικό, εκτός από την άμεση συμβολή της στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της στρατηγικής “ Ευρώπη 2020”, συμβάλει επίσης και σε μια ανάπτυξη πιο βιώσιμη καθώς και σε αυξημένη ασφάλεια εφοδιασμού ενέργειας.
Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, η περεταίρω αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών, αλλά με πιο αποδοτικό και οικονομικά βιώσιμο τρόπο, μπορεί να δημιουργήσει νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες σε διάφορους τομείς και κατά συνέπεια να συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειες στη συνολική τελική εθνική κατανάλωση ενέργειας συνέχισε την άνοδό του και έφτασε το 15% το 2013, σημειώνοντας αύξηση μεγαλύτερη του 10% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτό μεταφράζεται σε επίτευξη άνω του 80% του σχετικού εθνικού στόχου σύμφωνα με την οδηγία της ΕΕ 2009/28/EC14 και σε ποσοστό σημαντικά μεγαλύτερο από ότι ενδεικτικά παρουσιάζεται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΣΔ-ΑΠΕ).

Ο σημαντικότερος τομέας στο μερίδιο των ΑΠΕ παραμένει η κατανάλωση για θερμικές χρήσεις όπου ο σχετικός στόχος για το 2020 έχει υπερκαλυφθεί ήδη από το 2012. Η επίτευξη του στόχου αυτού σχετίζεται με μια σειρά από μέτρα τα οποία ελήφθησαν στον τομέα της τελικής χρήσης ενέργειας και ειδικά για τα νοικοκυριά όπου έχει παρατηρηθεί αυξημένη διείσδυση αντλιών θέρμανσης , συστημάτων ηλιακής θέρμανσης και χρήσης βιομάζας. Η σχετική αύξηση στην συνεισφορά των ΑΠΕ στις θερμικές χρήσεις είναι παραπάνω από 50% από το 2010, καταδεικνύοντας την υπεροχή όσον αφορά το κόστος των ΑΠΕ σε σχέση με εναλλακτικά καύσιμα κατά την περίοδο της οικονομικής ύφεσης.
Σχετικά με τη διείσδυση των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η μεγάλη αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του 2012 επαναλήφθηκε το 2013, επιτυγχάνοντας σχετική ετήσια αύξηση που πλησίασε το 30%, υπερκαλύπτοντας το 50% του στόχου για το 2020. Αυτή η αύξηση μπορεί να αποδοθεί στην υψηλή χωρητικότητα των νέων φωτοβολταϊκών συστημάτων που στο τέλος του 2013 έφτασε τα 2,58GW, κατατάσσοντάς τα πρώτα στην συνολική απόδοση σε σχέση με τις υπόλοιπες ΑΠΕ στην Ελλάδα.
Παρά ταύτα, αυτή η αύξηση σχετίζεται περισσότερο με το μάλλον ευνοϊκό σύστημα επιδότησης το οποίο οδήγησε σε αυξημένο έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ και κάποια διορθωτικά μέτρα ελήφθησαν το 2013 και το 2014 ώστε να επανακτηθεί η βιωσιμότητα του εθνικού σχήματος επιδότησης και υποστήριξης των ΑΠΕ. Αυτό επετεύχθη κατά βάση με προσαρμογή του εφαρμοζόμενων επιβαλλόμενων τιμών τον Απρίλιο του 2014 που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του νόμου 4254/2014. Εξαιτίας των παραπάνω μέτρων, η νέα φωτοβολταϊκή ισχύς το 2014 υπήρξε οριακή. Ειδικά για την αγορά των φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα, η πρόσφατη εφαρμοζόμενη νομοθεσία για ένα εθνικό σχήμα net metering (σύστημα συμψηφισμού παραγωγής-κατανάλωσης) για αυτόπαραγωγή ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκή ενέργεια αναμένεται να δημιουργήσει μια νέα αγορά μικρού μεγέθους φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων στην Ελλάδα.
Ειδικότερα, υπό το σχήμα αυτό, οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας έχουν την δυνατότητα να παράγουν την δική τους ηλεκτρική ενέργεια με φωτοβολταϊκά συστήματα για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες, να εγχύσουν οποιαδήποτε υπερβάλλουσα παραγωγή στο ηλεκτρικό δίκτυο και να αντισταθμίσουν την υπερβάλλουσα ηλεκτρική ενέργεια με μελλοντική κατανάλωση, μειώνοντας καταυτόν τον τρόπο των λογαριασμό του ρεύματος.
Σύμφωνα με την σχετική υπουργική απόφαση, φωτοβολταϊκά συστήματα μέχρι 20 kWp (μέχρι 10 kWp για τα μη συνδεδεμένα νησιά εκτός της Κρήτης) ή μέχρι το 50% της συμφωνηθείσας κατανάλωσης ενέργειας (100% για οργανισμούς δημόσιας ωφέλειας) με ένα μέγιστο 500 kWp (50 kWp για την Κρήτη και 20 kWp για τα άλλα μη συνδεδεμένα νησιά) μπορούν να ενταχθούν στο σχήμα.
Ο τομέας των αιολικών σημείωσε σημαντική ανάπτυξη το 2014 με 168 MW νέας εγκαταστημένης ισχύος , φτάνοντας συνολικά τα 1978 MW στο τέλος του έτους. Το 2014 ο τομέας της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα κατάφερε να διατηρήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης του παρελθόντος μετά την μάλλον μικρή ανάπτυξη το 2012 και 2013, κάτι που καταδεικνύει ότι ο τομέας αυτός κερδίζει ξανά έδαφος και ότι νέα αιολικά πάρκα πρέπει να αναμένονται την επόμενη περίοδο.
Η ανάπτυξη νέων αιολικών πάρκων αναμένεται να ενισχυθεί περεταίρω με την λειτουργία ορισμένων σημαντικών επεκτάσεων του συστήματος μεταφοράς του δικτύου και οι βελτιώσεις αυτές σχεδιάζονται να έχουν ολοκληρωθεί τα επόμενα χρόνια.
Σχετικά με τις άλλες μορφές ΑΠΕ για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η συνολική εγκαταστημένη ισχύς το 2013 και 2014 αυξήθηκε οριακά και φτάνει τα 220MW για μικρά υδροηλεκτρικά και 47 MW για εγκαταστάσεις βιομάζας και βιοαερίου. Συνολικά η διείσδυση των ΑΠΕ ως ποσοστό της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι σύμφωνη με την ενδεικτική τροχιά που παρουσιάστηκε στο ΕΣΔ- ΑΠΕ με ένα ποσοστό 21,2% το 2013 το οποίο δεν αναμένεται να μεταβληθεί σημαντικά το 2014.

Στο νομοθετικό πλαίσιο, προβλέψεις για προσκόμιση τραπεζικών εγγυήσεων για μελλοντικά έργα ΑΠΕ τα οποία έχουν εφοδιασθεί με δεσμευτική προσφορά και η καταβολή τελών για μελλοντικά έργα ΑΠΕ τα οποία διαθέτουν άδεια παραγωγής και δεν βρίσκονται σε λειτουργία μετά από μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, αναμένεται να διευθετήσουν θετικά τα τεχνικά και διοικητικά ζητήματα που σχετίζονται με τον μεγάλο αριθμό αιτήσεων για ΑΠΕ που βρίσκονται στην λίστα αδειοδότησης και να ενθαρρύνουν την έγκαιρη ολοκλήρωση ώριμων προγραμμάτων.
Τέλος, ενώ το τρέχον ποσοστό συμμετοχής των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας υπερκαλύπτει τον εθνικό στόχο για το 2020, αναμένεται να πραγματοποιηθεί μια αναθεώρηση του ενεργειακού μίγματος και της συμμετοχής των ΑΠΕ στις διάφορες μορφές ενεργειακής κατανάλωσης, λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά επίπεδα διείσδυσης και τις νέες προβλέψεις για την ζήτηση ενέργειας καθώς και την οικονομική ανάπτυξη ώστε να δημιουργηθεί ένας οδικός χάρτης για την επίτευξη του στόχου ΑΠΕ της στρατηγικής Ευρώπη 2020».